Όλη την ζωή του την είχε τακτοποιήσει σε κουτιά. Ά λλα πολύχρωμα γεμάτα ευτυχία. Κάποια άδεια, όπως και τα κενά κάποιων στιγμών από την ζωή του. Θα έλεγε πως ήταν μεθοδικά οργανωμένη. Τηρούσε ευλαβικά το καθιερωμένο του πρόγραμμα.
Καθημερινά τον καλημέριζε το ξυπνητήρι. Εγκατέλειπε την ζεστή αγκαλιά του κρεβατιού του. Από το γειτονικό περίπτερο προμηθευόταν πάντα τα τελευταία νέα.
Σειρά είχε τώρα το λίγο πιο κάτω ατμοσφαιρικό καφέ. Το ζεστό ξύλινο περιβάλλον δημιουργούσε μια ακόμη πιο οικεία ατμόσφαιρα. Επέλεγε πάντοτε να κάθεται κοντά στο παράθυρο με τα balloon κουρτινάκια τραβηγμένα στο πλάι ,για να προσέχουν επιμελώς τις κινήσεις των περαστικών, κατασκοπευτικά ραντάρ σε εγρήγορση. Ήταν και αυτή μια μικρή πολυτέλεια που χάριζε στον εaυτό του, η εκεί παραμονή του, πριν πατήσει το πόδι του στην δουλειά, γι’ αυτό και ποτέ δεν τον έπινε σπίτι του.
Ο χώρος μοσχοβολούσε αχνιστό καφέ. Είχε γίνει γνώστης όλων των χαρμανιών, λάτρης του καφέ, αλλά και φανατικός θαμώνας. Σήμερα ποιος θα είχε σειρά;
Μαύρος και δυνατός με μια στρώση χρυσοκαφετιάς κρέμας με μια δόση ζάχαρης πάνω της, πριν βυθιστεί σε αυτόν το μαύρο ωκεανό;
Ένας βελούδινος απολαυστικός καπουτσίνο με πλούσιο αφρόγαλα και πλούσια στρώση κανέλας που λάτρευε;Oι επιλογές πολλές. Πάλι θα δυσκολευόταν πολύ να επιλέξει.
Ήδη φανταζόταν την κούπα της επιλογής του με το ζεστό περιεχόμενο να ρέει απολαυστικά στον ουρανίσκο του. Εκεί ανάμεσα στις στρώσεις του καφέ, η μελαχρινή αυτή οπτασία ξετυλιγόταν μπροστά του. Μέσα σε εκείνους τους αχνιστούς καπνούς κρυβόταν. Από την ονειροπόλησή του τον διέκοψε η φωνή του σερβιτόρου. «Κρύωσε ο καιρός, μπήκαμε για τα καλά στην καρδιά του χειμώνα».
Λίγες μόνο ώρες έμεναν για τον επικείμενο γάμο του, όμως ακόμη και σήμερα δεν ξέφυγε από την ιεροτελεστία της καθημερινότητάς του. Όλα ήταν προγραμματισμένα στην εντέλεια.
Τα μαύρα παπούτσια τον περίμεναν έτοιμα λουστραρισμένα στο κουτί. Το μαύρο σμόκιν κρεμασμένο έτοιμο προς εκτέλεση. Τα μανικετόκουμπα και αυτά φυλαγμένα στο βελούδινο κουτί τους. Η ανθοδέσμη, σπέσιαλ παραγγελία στον ανθοπώλη. Μια πανδαισία άσπρων τριαντάφυλλων δεμένα περίτεχνα με άσπρους βελούδινους φιόγκους. Ήξερε μέχρι και την κάθε λεπτομέρεια από το φόρεμα της για την δεξιώση μετά. Σπιθαμή προς σπιθαμή κάθε μέρος του υφάσματός του, ένα απαλό κίτρινο πλούσιου υφάσματος από τούλι που θα αγκάλιαζε την σιλουέτα της .Μαζί το είχαν επιλέξει επισκεπτόμενοι το όγδοο, επιτέλους μαγαζί στην σειρά.
Λίγες μόνο ώρες του απέμεναν. Σήμερα θα τον έπινε ελληνικό σκέτο, εξάλλου βιαζόταν για την τελευταία πρόβα.
Καθώς σηκωνόταν, από το ράφι μιας μικροσκοπικής βιβλιοθήκης που βρισκόταν στον χώρο της καφετέριας έπεσε ένα βιβλίο. Έσκυψε να το σηκώσει. Η ματιά του έπεσε στην ανοιχτή σελίδα και σ΄ ένα γνωμικό του Οscar Wilde. "Μόνο οι άστατοι γνωρίζουν τις χαρές της αγάπης. Οι σταθεροί γεύονται την τραγωδία της".
΄H μήπως όχι;Του έμενε λίγος ακόμη χρόνος να ζυγιάσει τα υπέρ και τα κατά πριν ανεβεί τα σκαλιά της εκκλησίας.
Ήταν βράχος σταθερότητας, δεν άλλαζε τίποτα στην καθημερινότητα. Η εστιασμένη οικεία ρουτίνα του, ήταν η ασφάλειά του. Η αληθινή ζωή όμως, δεν είναι πάντα ούτε ασφαλής, ούτε προβλέψιμη. Η αληθινή ζωή είναι μια πλούσια παλέτα επιλογών, εμπειριών, γνώσης.
Μέρες ,μια γέννηση, ένας θάνατος, η ζωή.
ΑΝΔΡΟΝΙΚΗ ΑΤΖΕΜΟΓΛΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου