Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου 2023

"Η μαρκίζα χωράει το όνομα μόνο μιας ντίβας" Ανδρονίκη Ατζέμογλου

 

 

 

 

 


https://www.pillowfights.gr/4i-diastasi/h-markiza-xwraei-to-onoma-mias-mono-divas/ 

 

Καθισμένη μπροστά από τον οβάλ της καθρέφτη μακιγιαριζόταν. Τα τσίνορα της με το βλέμμα πολυδιάστατο, αλλά τόσο ψεύτικo. Είχε καταφέρει να εφαρμόσει  με λεπτές  χειρουργικές κινήσεις τις  τρέσες ,τίγκα στην κόλα. Τώρα ήρθε η σειρά των χιλιοτσουρουφλισμένων της μαλλιών από τα προϊόντα  styling που χρησιμοποιούσε καθημερινά να γίνουν πάλι ανθρώπινες. Οι τρέσες ήδη περίμεναν περίτεχνα απλωμένες στην  κεφαλή της καρέκλας, ακριβώς δίπλα της. Τα μακριά extension τις υπόσχονταν μια θριαμβευτική  σημερινή εμφάνιση. Φόρεσε τις άσπρες γυαλιστερές της μπότες μέχρι το γόνατο που έκαναν τα πόδια της πιο μακριά και από της καμηλοπάρδαλης.

«Φτου σου κοριτσάρα μου», είπε. Τσίμπησε το μάγουλό της σαν ήθελε ν’ αναζωογονήσει τον τόνο του. Να νεκραναστήσει την ωχρότητά του. Γεννημένη θεατρίνα. Όχι ακούς εκεί, που θα της έπαιρνε τον ρόλο η νέα που είχε εισβάλει στον χώρο τους  για  εκτοπίσει τ΄ όνομά της από την μαρκίζα.

Ξέρεις εσύ δυο κοκόρια να μοιράζονται την ίδια σκηνή; Γνωστές οι  ομηρικές κοκορομαχίες ποιος κόκορας θα κερδίσει το επίμαχο κοτέτσι.  Εδώ παιζόταν το γόητρο της μαρκίζας. Η Ελενάρα με τα όλα της  λικνίστηκε μπροστά από τον καθρέφτη για να επιβεβαιώσει την υπεροχή της. Και αυτός της χαμογέλασε θριαμβευτικά καθρεφτίζοντάς της πως είχε την  πρωτιά της πιο πλαστικής εμφάνισης  στα πέρατα. Ήταν βέρα.

« Χρυσό μου ετοιμάσου» ,  ήρθε η σειρά μας, φώναξε η δεύτερη φωνή και συνοδεία της στην πίστα.

« Έρχομαι καλή  μου», λίγο χρυσόσκονη ακόμη για την τελειωτική την λάμψη.

Της Τροίας θα γινότανε για την πρωτιά της μαρκίζας.

 Κατευθύνθηκε προς την σκηνή  σαν πυγολαμπίδα. Η  βιοφωταύγεια της,  χημικός αντιδραστήρας προς εξερεύνηση. Έδωσε το θεαματικό παρόν της μέσα σ’ έναν κόσμο απόκοσμο αρχικά στο σκοτάδι. Έτσι είχε προγραμματιστεί το αρχικό σκηνικό. Φωτοβολούσε ολόκληρη ως διάττοντας αστέρας φερόμενος στην γη.

«Tσσς tre banal» ,ψιθύρισε η μικρή νεοφερμένη καθώς η πρώτη πέρασε ξυστά από δίπλα της. Στο πέρασμα της προς την πίστα έπιασαν τ’  αυτιά της σωστά ραντάρ  το πικρόχολο  σχόλιο της άλλης. Έσυρε το πτερωτό της κουστούμι  επί σκηνής κορδωμένη σαν παγόνι. Πήρε το μικρόφωνο από το σταντ του και ξεκίνησε να τραγουδά. Το βλέμμα της σταθερά καρφωμένο στο αφεντικό και την νεανία . Τα χαχανητά της μικρής ακούστηκαν ως την πίστα.

Έτσι και αυτή όταν πρωτοεργάστηκε στο νυχτερινό κέντρο ήταν το επίκεντρο του. Έφαγε τα νιάτα της σε αυτό το πάλκο. Τα ζουμερά της χρόνια εδώ τα πέρασε και το αφεντικό την είχε μπάρμπα στην Κορώνη. Τώρα στημένη λεμονόκουπα ξίνιζε μέρα με την μέρα.

Τα πιάτα επιστρατεύτηκαν επί σκηνής και εκσφενδονίστηκαν σαν δίσκοι ερχόμενοι από ένα παράλληλο σύμπαν. Ένα μάλιστα την βρήκε ξυστά  ξυρίζοντας σχεδόν τις ψευτοτρέσες της. Είπε άλλα δυο σουξέ  με αέρα δέκα καρδιναλίων. Ισορρόπησε στα ψηλοτάκουνα της σαν να ήταν ο πύργος της Πίζας ετοιμόρροπος να πέσει.

Η μικρή της έριξε μια λοξή ματιά με την οποία άφησε να εννοηθεί πως το αφεντικό το έψηνε καλά και θα το έβγαζε σχεδόν από τον φούρνο. Ο άλλος γιούλμαπχτσι για πάρτι της μικρής. Κοίτα τον, σαν χάννος   που τύλιξε η ραδιούργα ιέρεια. Και αυτός; Aυτός κρέμεται από τα χείλη της τα σιλικονάτα.

«Τι κάνεις ρε με το φιντάνι;»

Η άλλη την κοίταξε υποτιμητικά ζυγίστηκε μαζί της στην ματιά και της πέταξε.

«Τι λες ρε γεροκαρακάξα για μάζεψε τα λόγια σου .Πες τις κάτι ρε Τζιμάκο».

Ο άλλος κοίταξε σαν να είχε καταπιεί σκουπόξυλο. Αμήχανα. Ο καπνός από την τσιγαρίλα ήθελε να τον καταπιεί. Οι δυο ντίβες νέα και παλιά αναμετρήθηκαν στα πούπουλα και την παγιέτα. Το κουστούμι του άλλου γυάλισε  από το eyglitter που επιβεβαίωνε πως  με την μικρή είχε έρθει πιο κοντά.

«Πάρε από εδώ την μπόα σου και εξαφανίσου, δεν περνά άλλο η μπογιά σου». Η  Ελενάρα όρθωσε το ανάστημα της και ύψωσε τον λαιμό της σαν στρουθοκάμηλος για να κάνει φανερό πως δεν σηκώνει τέτοιου είδους νταηλίκια. Ξενύχιασε το φιντάνι, δήθεν στραβοπατώντας τυχαία . Τύλιξε την μπόα της επιδεικτικά πιο σφικτά γύρω από τον λαιμό σαν να επρόκειτο για επίδειξη μόδας του 1920 στο Moulin Rouge .Κοίταξε την άλλη αφ΄ υψηλού και είπε:

« Βόα ,ε βόα».

Τους άφησε σύξυλους εν μέσω καπνών. Οι λεπτοδείκτες σχεδόν κινήθηκαν σε τέλειο συγχρονισμό για το κλείσιμο άλλου ενός χρόνου .Η μαρκίζα αναβόσβηνε με το όνομα της  για ώρες ακόμη μέχρι να ξημερώσει. Tα πυροτεχνήματα έπεφταν βροχή . Η σαμπάνια έρεε άφθονη και από τα ηχεία ηχούσε η φωνή της θρυλικής  Edith Piaf Les Amants De Paris.Ο παλιός είναι αλλιώς και ο νέος ωραίος, αλλά μόνο εάν είναι  ένας ερχόμενος και πολλά υποσχόμενος νέος χρόνος.

Τ΄ όνομά της αναβόσβηνε σαν την καύτρα του τελευταίου τσιγάρου που αποφάσισε να καπνίσει ένας μανιακός καπνιστής.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου